Το κρι-κρι (Capra aegagrus creticus), μερικές φορές αποκαλούμενο κρητική αίγα, αγρίμι ή κρητικό αγριοκάτσικο, θεωρείται υποείδος του αγριοκάτσικου. Το κρι-κρι είναι ένα μεγάλο οπληφόρο θηλαστικό γηγενές της ανατολικής Μεσογείου το οποίο σήμερα βρίσκεται μόνο στην Κρήτη και τρία μικρά νησάκια κοντά της (Νήσος Δία, Θοδωρού, και Άγιοι Πάντες).
Το κρι-κρι έχει ανοιχτόχρωμη καφέ γούνα με μια πιο σκούρα λωρίδα γύρω από το λαιμό του. Έχει δύο κέρατα προς τα πίσω. Στο φυσικό τους τόπο είναι ντροπαλά και ξεκουράζονται στη διάρκεια της ημέρας. Αποφεύγουν τους τουρίστες και κάνουν μεγάλα πηδήματα ή ανεβαίνουν απότομες πλαγιές χωρίς πρόβλημα.
Το κρι-κρι δεν θεωρείται αυτόχθον της Κρήτης, αλλά εισήχθη στη Μινωική εποχή. Πάντως, δεν εμφανίζεται πουθενά αλλού και συνεπώς θεωρείται ενδημικό είδος της Κρήτης. Παλιότερα ήταν κοινό σε όλο το Αιγαίο αλλά το τελευταίο του καταφύγιο

Το 1960, το κρι-κρι ήταν απειλούμενο είδος με καταγεγραμμένα λιγότερα από 200. Ήταν η μόνη πηγή κρέατος για τους αντάρτες την εποχή της Κατοχής στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η απειλή για το κρι-κρι ήταν ο κυριότερος λόγος ανακήρυξης της Σαμαριάς ως εθνικού δρυμού στις αρχές τ

Αρχαιολογικές ανασκαφές έχουν βρει διάφορες τοιχογραφίες του κρι-κρι. Κάποιοι ακαδημαϊκοί πιστεύουν πως το ζώο αυτό λατρεύτηκε στο νησί κατά την αρχαιότητα. Στα αρσενικά ακόμα και σήμερα δίνεται το όνομα «αγρίμι» ενώ το όνομα «σανάδα» χρησιμοποιείται για τα θηλυκά. Το κρι-κρι είναι ένα σύμβολο του νησιού και χρησιμοποιείται πολύ σε τουριστικά καταλύματα και επίσημες εκδόσεις παρά το γεγονός ότι ελάχιστοι τουρίστες, ακόμα και ντόπιοι, έχουν δει έστω και ένα.
Η μοριακή ανάλυση δείχνει πως το κρι-κρι δεν έιναι ένα ξεχωριστό υποείδος του αγριοκάτσικου, όπως αρχικά επικρατούσε. Αντίθετα είναι ένα άγριο κατσίκι καταγόμενο από τα πρώτα
