Δευτέρα 28 Μαρτίου 2011

ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑΡΗ

Τῆς Ὕπαρξης

Ὕπαρξη,
Δῶρο στὴν ἁγνή μας οὐσία
Γέλιο ποὺ χαράζει
Τὴν παντοτινὴ νύχτα
Πάνω στὶς λεῦκες
Ἀπαράτησε τὸ στεφάνι σου

Φέρε στὸ κοιμισμένο δάσος
Τὸ θρόισμα τοῦ ὀνείρου,
Ποὺ ἐμᾶς τοὺς σιωπηλοὺς
Ἐξύπνησε





Ἔπος

Φύλλα δέντρου
Φτερὰ πουλιοῦ
Ἄνεμος
Ἔπειτα θάλασσα
Κύματα
Χρόνος γαλάζιος
Ὁρίζοντες παντοῦ
Καὶ μπροστά μας
Ὁ οὐρανός


Εἶναι μία γυναῖκα

Εἶναι μία γυναῖκα καὶ τραγουδᾷ
Θὰ γίνω σὰν τὴ θάλασσα ποὺ βρέχει τὴ ζωή μας
Θὰ γίνω περιστέρι
Θὰ γίνω σὰν τὴ θάλασσα ποὺ εἶναι πάντα μπροστά μου
Καὶ μ᾿ ἀκλουθᾷ ὅταν περπατῶ
Καὶ μ᾿ ἀκλουθᾷ ὅταν κλαίω
Καὶ μὲ παρηγορεῖ τὴν ὥρα ποὺ δὲν φταίω
Τὴν ὥρα ποὺ τὴν πατρίδα μου νείρομαι
Τὸν ἔρωτα ἢ τὴ χαμένη ἀγάπη.


 Στοὺς φίλους μου
Κόβεται ἡ δική μας ἀναπνοή,
χάνεται ὁ χρόνος, παιδιά·
σὲ φωνὴ μοιάζει
ποὺ ζύγωσε
μᾶς προσπέρασε
μὰ δὲν ἀκούστηκε,
κι ἕνας ἀπὸ μᾶς, ὁ πιὸ καλός,
ἐλπίζει ἀκόμα
ἀλλὰ ντρέπεται νὰ τὸ πεῖ...